FRANCISCO GOYA- Los
Caprichos 1797-1798
http://www.wga.hu/frames-e.html?/html/g/goya/index.html
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A4%CE%B1_%CE%9A%CE%B1%CF%80%CF%81%CE%AF%CF%84%CF%83%CE%B9%CE%B1
FRANCISCO GOYA – “THE
DISASTERS OF WAR”, 1810-1820
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9F%CE%B9_%CE%A3%CF%85%CE%BC%CF%86%CE%BF%CF%81%CE%AD%CF%82_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%A0%CE%BF%CE%BB%CE%AD%CE%BC%CE%BF%CF%85
Francisco Goya
http://www.franciscogoya.com/index.jsp
WikiArt.org —
Encyclopedia of fine arts
http://www.wikiart.org/en/francisco-goya
Francisco de Goya (Ombra mai fu - Friedrich Hӓndel) (3,19
έργα)
https://www.youtube.com/watch?v=f7I3fpXpj88
Francisco de Goya - Música Mozart - Sonata para violín y
piano (6,37 έργα)
https://www.youtube.com/watch?v=-URZfA1aElY
Francisco De Goya Los Caprichos (11,33 Τα χαρακτικά
Καπρίτσια)
https://www.youtube.com/watch?v=afHduJGDWzU
Goya's Disasters of War (7,14 Τα
χαρακτικά Οι καταστροφές του πολέμου)
https://www.youtube.com/watch?v=YorhH3277co
Ο Φρανθίσκο Γκόγια γεννήθηκε στο ισπανικό χωριό Φουεντετόδος, όπου έζησε τα
παιδικά του χρόνια πριν μετακομίσει με την οικογένειά του στη Σαραγόσα. Σε
ηλικία 14 ετών ξεκίνησε μαθήματα ζωγραφικής στην Ακαδημία Καλών Τεχνών. Το 1771
ταξίδεψε στη Ρώμη όπου συνέχισε την εκπαίδευσή του, ενώ μετά την
επιστροφή του ανέλαβε τις πρώτες σημαντικές παραγγελίες για εκκλησίες και
μοναστήρια της περιοχής της Σαραγόσας. Το 1773 παντρεύτηκε την Χοσέφα Μπαγιέ,
αδερφή του δασκάλου του και τον επόμενο χρόνο εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη, όπου
ανέλαβε να φιλοτεχνήσει προσχέδια για το Βασιλικό Ταπητουργείο της Αγίας
Βαρβάρας. Το 1780 εκλέχθηκε μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Σαν
Φερνάντο. Πέντε χρόνια αργότερα, διορίστηκε βοηθός διευθυντή του τμήματος
ζωγραφικής της Ακαδημίας, ενώ το 1786 ανακηρύχθηκε επισήμως «ζωγράφος του
βασιλιά» της Ισπανίας Καρόλου Γ΄. Την περίοδο αυτή, ο Γκόγια καθιερώθηκε και
απέκτησε σημαντική φήμη ως προσωπογράφος. Ο θάνατος του Καρόλου Γ΄ το 1788,
λίγο πριν το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης, οδήγησε σε μία νέα εποχή
πολιτικών και κοινωνικών αναταράξεων, υπό την ηγεμονία του Καρόλου Δ΄. Υπό την
προστασία του νέου βασιλιά, ο Γκόγια ανακηρύχθηκε «ζωγράφος της αίθουσας του
βασιλιά» και σύντομα εξελίχθηκε σε έναν από τους διασημότερους και πιο
πετυχημένους ζωγράφους της Ισπανίας. Το 1795 διορίστηκε Διευθυντής Ζωγραφικής
της Ακαδημίας, θέση από την οποία παραιτήθηκε όμως δύο χρόνια αργότερα,
εξαιτίας προβλημάτων υγείας, τα οποία είχαν εμφανιστεί από το 1792, όταν
προσβλήθηκε από μία σοβαρή νόσο που είχε ως αποτέλεσμα την μόνιμη απώλεια της
ακοής του. Το 1799 ονομάστηκε «πρώτος ζωγράφος της αίθουσας του βασιλιά». Τον
ίδιο χρόνο, τυπώθηκε και η δημοφιλής σειρά χαρακτικών του, με τίτλο «Καπρίτσια»,
έργο που είχε ξεκινήσει να φιλοτεχνεί από το 1796 και επιβεβαίωνε μία
γενικότερη αλλαγή στο ύφος του, αν και στις επίσημες παραγγελίες που αναλάμβανε διατηρούσε τις καθιερωμένες
φόρμες. Ανάμεσα σε αυτές τις παραγγελίες ξεχωρίζουν οι νωπογραφίες που
φιλοτέχνησε για τον Άγιο Αντώνιο δε λα Φλόριδα της Μαδρίτης, καθώς και το
ομαδικό πορτρέτο για την οικογένεια του Καρόλου Δ΄. Το 1808, ο βασιλιάς της
Ισπανίας παραιτήθηκε και τον διαδέχτηκε ο γιος του, Φερδινάνδος Ζ΄, ο οποίος
αναγκάστηκε να καταφύγει στο εξωτερικό λόγω της εισβολής των στρατευμάτων του
Ναπολέοντα. Ο Γκόγια, όπως και η πλειοψηφία των φιλελεύθερων Ισπανών, διχάστηκε
σε ό,τι αφορά τη στάση που έπρεπε να κρατήσει καθώς έβλεπε θετικά τις
μεταρρυθμίσεις που πίστευε πως θα προωθούσαν οι Γάλλοι, από την άλλη πλευρά
όμως, δεν ήταν αδιάφορος απέναντι στα πατριωτικά αισθήματα και στη γενικευμένη
εξέγερση του ισπανικού λαού εξαιτίας των εκτελέσεων που πραγματοποίησαν τα
γαλλικά στρατεύματα. Διατηρούσε επίσης στενές σχέσεις με Ισπανούς εκπροσώπους
του Διαφωτισμού. Τελικά διατήρησε τη θέση του ως αυλικός ζωγράφος,
αποτυπώνοντας στις προσωπογραφίες του τόσο Ισπανούς όσο και Γάλλους στρατιωτικούς.
Το 1808 ταξίδεψε στη Σαραγόσα όπου
ανέλαβε να φιλοτεχνήσει έναν πίνακα με θέμα την αντίσταση των κατοίκων της
πόλης. Ολοκλήρωσε επίσης μία
προσωπογραφία του Ιωσήφ Βοναπάρτη που
ανέβηκε στο θρόνο της Ισπανίας. Ανάμεσα στα διασημότερα έργα του Γκόγια, αυτής
της περιόδου, ανήκει ένας κύκλος χαρακτικών
που απεικονίζουν τη σκληρότητα του πολέμου, με γενικό τίτλο «Οι Συμφορές
του Πολέμου». Μετά την παραίτηση του Ναπολέοντα και την επιστροφή του
Φερδινάνδου Ζ΄ στην Ισπανία, επαναφέρθηκε το παλαιό απολυταρχικό καθεστώς, ενώ
δεκάδες χιλιάδες Ισπανοί αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε άλλες χώρες. Ο Γκόγια
διατήρησε τη θέση του, παρά το γεγονός πως είχε υπηρετήσει τον Γάλλο βασιλιά και θεωρείτο ύποπτος ως φιλελεύθερος,
αν και αναγκάστηκε να απολογηθεί προς την Ιερά Εξέταση για τους πίνακες «Γυμνή
Μάγια» και «Ντυμένη Μάγια» που θεωρήθηκαν
άσεμνοι, χωρίς ωστόσο να καταδικαστεί. Με αφορμή την παλινόρθωση των
Βουρβόνων, φιλοτέχνησε τους πίνακες «2α Μαΐου 1808» και «3η Μαΐου 1808», χάρη
στους οποίους βελτίωσε τις σχέσεις του με τον Ισπανό μονάρχη. Το 1819 ο Γκόγια
μετακόμισε στα περίχωρα της Μαδρίτης, σε μία κατοικία που ονομάστηκε από τους
περίοικους «η έπαυλη του κουφού». Στα τέλη του έτους αρρώστησε βαριά, την ίδια
περίοδο που φιλοτέχνησε τους «μαύρους» πίνακές του. Το 1824, όταν οι διώξεις
έναντι των φιλελεύθερων και αντιμοναρχικών στοιχείων ανανεώθηκαν, ο Γκόγια
υπέβαλε αίτημα για άδεια μετακίνησής του στη Γαλλία, για λόγους υγείας.
Εγκαταστάθηκε αρχικά στο Παρίσι, ενώ αργότερα έζησε στο Μπορντό μέχρι το τέλος
της ζωής του, με εξαίρεση λίγες ημέρες κατά τις οποίες επισκέφθηκε τη Μαδρίτη
προκειμένου να διευθετήσει το ζήτημα της συνταξιοδότησής του. Ακόμα και σε
προχωρημένη ηλικία, ο Γκόγια συνέχισε να εργάζεται, ενώ στα τελευταία χρόνια
της ζωής του ολοκλήρωσε μία σειρά λιθογραφιών, με σκηνές ταυρομαχίας. Πέθανε
στις 16 Απριλίου του 1828 στο Μπορντό, σε ηλικία 82 ετών.
Ο Γκόγια υπήρξε αναγνωρισμένος καλλιτέχνης στην Ισπανία και έλαβε
πολυάριθμες διακρίσεις εν ζωή. Η φαντασία του, η ικανότητά του στη διαχείριση
του χρώματος και των σκιών, οι καινοτομίες στη σύνθεση και η πρωτοτυπία του
αναγνωρίστηκαν από σύγχρονους κριτικούς, ενώ παράλληλα κατακρίθηκε κυρίως για
την έλλειψη λεπτομερειών και πειθαρχίας στις συνθέσεις του. Εκτός των ισπανικών
συνόρων, η φήμη του ενισχύθηκε σημαντικά με την κυκλοφορία της σειράς
χαρακτικών «Καπρίτσια». Ο Ευγένιος Ντελακρουά ολοκλήρωσε ανάλογα σχέδια, στα
μέσα της δεκαετίας του 1820. Μέχρι το 1835, ο Γκόγια άσκησε μεγάλη επίδραση στο
σύνολο των Γάλλων ζωγράφων του Ρομαντισμού, ανανεώνοντας παράλληλα το
ενδιαφέρον τους για την ισπανική τέχνη. Ο Εντουάρ Μανέ μελέτησε το έργο του
Γκόγια, γεγονός που αναδεικνύεται χαρακτηριστικά στον πίνακα «Η εκτέλεση του
Αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού» (1867), έργο που παραπέμπει στον πίνακα «3η Μαΐου»
του Γκόγια. Οι Ιμπρεσιονιστές αλλά και μεταγενέστεροι ζωγράφοι εκτίμησαν το
έργο του Γκόγια και εμπνεύστηκαν από αυτό, με αποτέλεσμα από τα τέλη του 19ου
αιώνα να αναγνωρίζεται ως ένας από τους
πρώτους «μοντέρνους» ζωγράφους.
Πορτρέτα του Φρανθίσκο Ντε
Γκόγια